ντανταϊσμός

ντανταϊσμός
ο
καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα που διακήρυττε τον αυθορμητισμό και την ελευθερία στην τέχνη.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ντανταϊσμός — ο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό ρεύμα που εμφανίστηκε στη δυτική Ευρώπη κατά τη δεύτερη δεκαετία τού αιώνα μας και είχε αναγάγει το τυχαίο σε αξίωμα τής δημιουργίας με την άρνηση κάθε σχέσης μεταξύ λογικού και καλλιτεχνικής έκφρασης. [ΕΤΥΜΟΛ. < …   Dictionary of Greek

  • ντανταϊσμός ή νταντά — Πρωτοποριακό λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα που εμφανίστηκε ως ανταρσία εναντίον των πολιτιστικών και κοινωνικών συμβατικοτήτων και –λιγότερο ή περισσότερο κατηγορηματικά– εναντίον του πολέμου. Ο γαλλικός όρος dada παρμένος από την παιδική… …   Dictionary of Greek

  • δαδαϊσμός — ο ο ντανταϊσμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ντανταϊσμός] …   Dictionary of Greek

  • αβανγκαρντισμός — Όρος που προέρχεται από τη γαλλική λέξη avant garde και σημαίνει πρωτοπορία, εμπροσθοφυλακή. Με τον όρο αυτόν χαρακτηρίζονται τα καλλιτεχνικά και πνευματικά ρεύματα των αρχών του 20ού αι., που κύριο γνώρισμά τους ήταν η αμφισβήτηση των… …   Dictionary of Greek

  • ρεαλισμός — Στη φιλοσοφία ο όρος σημαίνει την αναγνώριση της ύπαρξης μιας πραγματικότητας έξω από τη σκέψη, ανεξάρτητη από τη νοητική μας δραστηριότητα. Η νόηση γνωρίζει την πραγματικότητα προσαρμοζόμενη σε αυτήν. Η «αλήθεια» είναι η συμφωνία της σκέψης με… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κινηματογράφος — ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Η παρατεταμένη προϊστορία Στο ξεκίνημα του εικοστού αιώνα ο ελληνικός κινηματογράφος ακολουθεί κοινή πορεία με τον κινηματογράφο των υπόλοιπων μικρών περιφερειακών χωρών, οι οποίες παρακολουθούν με θαυμασμό και τάσεις… …   Dictionary of Greek

  • ζωγραφική — Κάθε δισδιάστατη επιφάνεια, πάνω στην οποία ο άνθρωπος εκφράζεται σχηματίζοντας διάφορα σημεία ή παραθέτοντας χρώματα ή δημιουργώντας αντιθέσεις φωτεινών και σκοτεινών τόνων με την τεχνική της νωπογραφίας, της τέμπερας, της υδατογραφίας… …   Dictionary of Greek

  • Ντισάν, Μαρσέλ — (Marcel Duchamp, Μπλενβίλ 1877 – Νεϊγί, Παρίσι 1968). Γάλλος ζωγράφος. Συγκαταλέγεται μαζί με τον Φρανσίς Πικαμπιά ανάμεσα στους κυριότερους εκπροσώπους του κινήματος νταντά (ντανταϊσμός). Από τα πέντε αδέλφια του άλλοι τρεις ήταν γνωστοί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”